Τα παιδιά της δυτικής Μακεδονίας στη δίνη του Εμφυλίου Πολέμου. Απόπειρα ιχνηλασίας
Μπέτσας, Γ., Ηλιάδου, Σ., Ανδρέου, Α. (2019). «Τα παιδιά της δυτικής Μακεδονίας στη δίνη του Εμφυλίου Πολέμου. Απόπειρα ιχνηλασίας, στο Σ. Ηλιάδου – Τάχου, Α. Ανδρέου, Κ. Κασβίκης, Γ. Μπέτσας, (2019). Κατοχή και Εμφύλιος στη Δυτική Μακεδονία, Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο, 230-246.
The civil war period was linked to one of the most grievous aspects of childhood inGreek society.In 40's decade, childrenof Western Macedonia, in particular, after having been in the maelstrom of the civil war, they became subjects of political expediency and experiments in political socialization or, even, pawns for personal gain and profit.The civil war was associated with projects of children evacuation from the war zones, implemented from 1948 onwards, before the implementation of the relevantinternational legal framework. Those children, who had been included in Western Macedonia’s evacuation operated by the government troops,wereunder the protection of the royal institutions of that period, which undertook their "rescue", "care" and "re-education".This paper attempts to identify the routes started from Western Macedonia region and led to the basic stations established by the royal institutionsthroughout the Greek territory, the Paidopoleis of the Welfare Fund, the Vocational and Technical Schools on Leros and Kos islands, as well as the Home Economics Schoolson Leros and Crete islands.
The civil war period was linked to one of the most grievous aspects of childhood inGreek society.In 40's decade, childrenof Western Macedonia, in particular, after having been in the maelstrom of the civil war, they became subjects of political expediency and experiments in political socialization or, even, pawns for personal gain and profit.The civil war was associated with projects of children evacuation from the war zones, implemented from 1948 onwards, before the implementation of the relevantinternational legal framework. Those children, who had been included in Western Macedonia’s evacuation operated by the government troops,wereunder the protection of the royal institutions of that period, which undertook their "rescue", "care" and "re-education".This paper attempts to identify the routes started from Western Macedonia region and led to the basic stations established by the royal institutionsthroughout the Greek territory, the Paidopoleis of the Welfare Fund, the Vocational and Technical Schools on Leros and Kos islands, as well as the Home Economics Schoolson Leros and Crete islands.
Η διαμόρφωση του παιδαγωγικού λόγου στις ελληνικές κοινότητες της οθωμανικής αυτοκρατορίας κατά το 19ο αιώνα. Η περίπτωση των παιδαγωγικών συγγραμμάτων
Μπέτσας Γ. (υπό δημοσίευση) «Η διαμόρφωση του παιδαγωγικού λόγου στις ελληνικές κοινότητες της οθωμανικής αυτοκρατορίας κατά το 19ο αιώνα. Η περίπτωση των παιδαγωγικών συγγραμμάτων», στο Η Ελληνική Εκπαίδευση στο 19ο αι.
Στο πλαίσιο της παρούσας εργασίας διερευνάται η διαμόρφωση των παιδαγωγικών αντιλήψεων στις ελληνικές κοινότητες της οθωμανικής αυτοκρατορίας κατά το 19ο αιώνα. Σε μεγάλο βαθμό, πρόκειται για τη διερεύνηση των τρόπων με τους οποίους τα εννοιολογικά εργαλεία της παράδοσης και της νεωτερικότητας διαμεσολαβούνται στον παιδαγωγικό λόγο που παράγουν λόγιοι και στοχαστές της παιδείας στο συγκεκριμένο χώρο και χρονικό διάστημα. Επιλέχθηκαν για το σκοπό αυτό να μελετηθούν τα συγγράμματα που αναφέρονται στα ζητήματα παιδείας και εκπαίδευσης. Η έρευνα επιχειρεί να απαντήσει στο πώς νοηματοδοτείται η εκπαίδευση σε σχέση με την αντίσταση ή την αποδοχή της κοινωνικής αλλαγής και στο ποιες συλλογικές αναπαραστάσεις καλείται εξελικτικά να διαμορφώσει.
Στο πλαίσιο της παρούσας εργασίας διερευνάται η διαμόρφωση των παιδαγωγικών αντιλήψεων στις ελληνικές κοινότητες της οθωμανικής αυτοκρατορίας κατά το 19ο αιώνα. Σε μεγάλο βαθμό, πρόκειται για τη διερεύνηση των τρόπων με τους οποίους τα εννοιολογικά εργαλεία της παράδοσης και της νεωτερικότητας διαμεσολαβούνται στον παιδαγωγικό λόγο που παράγουν λόγιοι και στοχαστές της παιδείας στο συγκεκριμένο χώρο και χρονικό διάστημα. Επιλέχθηκαν για το σκοπό αυτό να μελετηθούν τα συγγράμματα που αναφέρονται στα ζητήματα παιδείας και εκπαίδευσης. Η έρευνα επιχειρεί να απαντήσει στο πώς νοηματοδοτείται η εκπαίδευση σε σχέση με την αντίσταση ή την αποδοχή της κοινωνικής αλλαγής και στο ποιες συλλογικές αναπαραστάσεις καλείται εξελικτικά να διαμορφώσει.
Πολιτικές των βασιλικών ιδρυμάτων για τη νεολαία, την έρευνα και την εκπαίδευση στη μετεμφυλιακή Ελλάδα. Η εφαρμογή του αμερικανικού προτύπου πολιτισμικής αφομοίωσης
Μπέτσας, Γ., Ηλιάδου, Σ., Ανδρέου, Α. (2018) Πολιτικές των βασιλικών ιδρυμάτων για τη νεολαία, την έρευνα και την εκπαίδευση στη μετεμφυλιακή Ελλάδα. Η εφαρμογή του αμερικανικού προτύπου πολιτισμικής αφομοίωσης, στο Ν. Μαραντζίδης, Ι. Μιχαηλίδης, Ε. Χατζηβασιλείου (επιμ.) Η Ελλάδα και ο Ψυχρός Πόλεμος. Επεκτείνοντας τις Ερμηνείες, Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο, 259-274.
During the last few years a multitude of published studies contribute to a better understanding of the post-war American intervention in Greece in the context of “Westernization”, a cultural transfer to a community of values. American cultural diplomacy played a crucial role for the projection of American “high’ and “popular” culture during the Cold War in Greece. Exploiting the perspective of the History of Education, the following paper aims to provide a historical account of the remarkable and innovative educational projects that American intervention had attempted to implement in the frame of Greek education as well as a critical assessment of the way the historical narrative of the post-war education period can incorporate these data.
During the last few years a multitude of published studies contribute to a better understanding of the post-war American intervention in Greece in the context of “Westernization”, a cultural transfer to a community of values. American cultural diplomacy played a crucial role for the projection of American “high’ and “popular” culture during the Cold War in Greece. Exploiting the perspective of the History of Education, the following paper aims to provide a historical account of the remarkable and innovative educational projects that American intervention had attempted to implement in the frame of Greek education as well as a critical assessment of the way the historical narrative of the post-war education period can incorporate these data.
Η αποτίμηση της μεταρρύθμισης 1917-1920 από τους πρωτεργάτες της ως πλαίσιο κατανόησης της θεσμικής αλλαγής στην εκπαίδευση
Μπέτσας Γ. (2017) «Η αποτίμηση της μεταρρύθμισης 1917-1920 από τους πρωτεργάτες της ως πλαίσιο κατανόησης της θεσμικής αλλαγής στην εκπαίδευση», στο Σ. Ηλιάδου – Τάχου, Δ.Κ. Μαυροσκούφης, Γ. Μπέτσας, Β.Α. Φούκας, Δ.Φ. Χαραλάμπους (επιμ.) Εκατό Χρόνια από τη Γλωσσοεκπαιδευτική Μεταρρύθμιση του 1917, Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Κυριακίδη, 277-292.
Η αποτίμηση της γλωσσοεκπαιδευτικής μεταρρύθμισης της περιόδου 1917-1920 από τους πρωτεργάτες της αποτελεί το πρώτο σκέλος της εργασίας. Στο δεύτερο σκέλος της επιχειρείται να συζητηθεί η αποτίμηση αυτή υπό το πρίσμα της θεωρίας του ιστορικού θεσμισμού, μιας θεωρητικής προσέγγισης που τις τελευταίες δεκαετίες αναπτύσσεται στο χώρο των πολιτικών επιστημών. Στο πεδίο της εκπαιδευτικής πολιτικής, ειδικότερα, ο ιστορικός θεσμισμός συζητά τις επιπτώσεις που συνεπάγονται για τα μεταρρυθμιστικά σχέδια της εκπαίδευσης βαθιά ριζωμένες πολιτιστικές και πολιτικές πρακτικές που στο παρελθόν «κλείδωσαν» σε θεσμικές ρυθμίσεις, καθώς ανταποκρίθηκαν σε δεδομένες σχέσεις εξουσίας. Με βάση τη συγκεκριμένη θεωρητική προσέγγιση, η ανακοίνωση επιχειρεί να αναδείξει τη γλωσσοεκπαιδευτική μεταρρύθμιση της περιόδου 1917-1920 ως μια «κρίσιμη στιγμή» που οδήγησε σε μια «κρίσιμη διασταύρωση» στην ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης και προσδιόρισε με τα αποτελέσματά της, όπως αυτά αποτιμώνται από τους πρωτεργάτες της, μια νέα δυναμική αλλά και πρόσθετα εμπόδια στην προσέγγιση και την υλοποίηση της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης.
Η αποτίμηση της γλωσσοεκπαιδευτικής μεταρρύθμισης της περιόδου 1917-1920 από τους πρωτεργάτες της αποτελεί το πρώτο σκέλος της εργασίας. Στο δεύτερο σκέλος της επιχειρείται να συζητηθεί η αποτίμηση αυτή υπό το πρίσμα της θεωρίας του ιστορικού θεσμισμού, μιας θεωρητικής προσέγγισης που τις τελευταίες δεκαετίες αναπτύσσεται στο χώρο των πολιτικών επιστημών. Στο πεδίο της εκπαιδευτικής πολιτικής, ειδικότερα, ο ιστορικός θεσμισμός συζητά τις επιπτώσεις που συνεπάγονται για τα μεταρρυθμιστικά σχέδια της εκπαίδευσης βαθιά ριζωμένες πολιτιστικές και πολιτικές πρακτικές που στο παρελθόν «κλείδωσαν» σε θεσμικές ρυθμίσεις, καθώς ανταποκρίθηκαν σε δεδομένες σχέσεις εξουσίας. Με βάση τη συγκεκριμένη θεωρητική προσέγγιση, η ανακοίνωση επιχειρεί να αναδείξει τη γλωσσοεκπαιδευτική μεταρρύθμιση της περιόδου 1917-1920 ως μια «κρίσιμη στιγμή» που οδήγησε σε μια «κρίσιμη διασταύρωση» στην ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης και προσδιόρισε με τα αποτελέσματά της, όπως αυτά αποτιμώνται από τους πρωτεργάτες της, μια νέα δυναμική αλλά και πρόσθετα εμπόδια στην προσέγγιση και την υλοποίηση της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης.
Κράτος Πρόνοιας και Εκπαίδευση στην Ελλάδα: Συγκριτική Μελέτη των Κοινωνικών Πολιτικών και της Επένδυσης στην Εκπαίδευση
Μπέτσας Γ. (2017). «Κράτος Πρόνοιας και Εκπαίδευση στην Ελλάδα: Συγκριτική Μελέτη των Κοινωνικών Πολιτικών και της Επένδυσης στην Εκπαίδευση», στο Δ. Φωτεινός, Π. Σιμενή & Ν. Παπαδάκης (επιμ.), Εκπαίδευση και εκπαιδευτική μεταρρύθμιση: ιστορικο-συγκριτικές προσεγγίσεις. Τιμητικός τόμος Σήφη Μπουζάκη, Αθήνα: Gutenberg, 522-538.
Στο θεωρητικό μέρος αυτής της μελέτης επιχειρούμε να θεμελιώσουμε τη συσχέτιση της επένδυσης στην εκπαίδευση με τις διαφορετικές τυπολογίες των Κρατών Πρόνοιας, όπως αυτές έχουν προταθεί στη σχετική βιβλιογραφία. Στο ερευνητικό μέρος καταγράφουμε και επεξεργαζόμαστε δεδομένα που αντλούμε από βάσεις δεδομένων (UNESCO, Παγκόσμια Τράπεζα, ΟΟΣΑ), τους προϋπολογισμούς του ελληνικού κράτους και μελέτες της ελληνικής στατιστικής αρχής. Στο τρίτο μέρος, συζητούμε τα δεδομένα σε σχέση με δύο βασικά ερωτήματα που προκύπτουν ως απόρροια της θεωρητικής συζήτησης: i) Πώς διαμορφώθηκε η σχέση κοινωνικών – εκπαιδευτικών δαπανών στην περίπτωση της Ελλάδας στην περίοδο της μεταπολίτευσης; ii) Με ποιους τρόπους η διαμόρφωση του ελληνικού Κράτους Πρόνοιας μπορεί να επηρέασε τα δεδομένα για την επένδυση στην εκπαίδευση;
Στο θεωρητικό μέρος αυτής της μελέτης επιχειρούμε να θεμελιώσουμε τη συσχέτιση της επένδυσης στην εκπαίδευση με τις διαφορετικές τυπολογίες των Κρατών Πρόνοιας, όπως αυτές έχουν προταθεί στη σχετική βιβλιογραφία. Στο ερευνητικό μέρος καταγράφουμε και επεξεργαζόμαστε δεδομένα που αντλούμε από βάσεις δεδομένων (UNESCO, Παγκόσμια Τράπεζα, ΟΟΣΑ), τους προϋπολογισμούς του ελληνικού κράτους και μελέτες της ελληνικής στατιστικής αρχής. Στο τρίτο μέρος, συζητούμε τα δεδομένα σε σχέση με δύο βασικά ερωτήματα που προκύπτουν ως απόρροια της θεωρητικής συζήτησης: i) Πώς διαμορφώθηκε η σχέση κοινωνικών – εκπαιδευτικών δαπανών στην περίπτωση της Ελλάδας στην περίοδο της μεταπολίτευσης; ii) Με ποιους τρόπους η διαμόρφωση του ελληνικού Κράτους Πρόνοιας μπορεί να επηρέασε τα δεδομένα για την επένδυση στην εκπαίδευση;
Παιδαγωγική και Εκπαίδευση στην Κωνσταντινούπολη του 19ου αιώνα: η συμβολή του Ιωάννη Αριστοκλέους
Μπέτσας Γ. (2017) «Παιδαγωγική και Εκπαίδευση στην Κωνσταντινούπολη του 19ου αιώνα: η συμβολή του Ιωάννη Αριστοκλέους», Κ. Δαλακούρα, Δεληγιάννη-Κουιμτζή, Β., Τζήκας, Χρ., Φούκας, Β. (επιμ.) Θέματα Ιστορίας της Ελληνικής Εκπαίδευσης και Φύλο (19ος και 20ος αιώνας) προς τιμήν της Ομότιμης Καθηγήτριας Σιδηρούλα Ζιώγους – Καραστεργίου, Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Κυριακίδη, 83-104.
Ioannis Aristoklis was a pioneer Greek educator and scholar, who was born and lived in Constantinople during the 19th century. Aristoklis had been a devoted supporter of “Ottomanism”, a movement connected with the renewal and revitalization of the Ottoman society in its entirety. Although he remained unknown on the historiographic narration of the Greek education, his educational activity and pedagogical work contributed to the establishment of the early childhood education, the dissemination of western educational ideas and practices, the modernization of the teaching methods of both the Greek and the Ottoman schools in Constantinople
Ioannis Aristoklis was a pioneer Greek educator and scholar, who was born and lived in Constantinople during the 19th century. Aristoklis had been a devoted supporter of “Ottomanism”, a movement connected with the renewal and revitalization of the Ottoman society in its entirety. Although he remained unknown on the historiographic narration of the Greek education, his educational activity and pedagogical work contributed to the establishment of the early childhood education, the dissemination of western educational ideas and practices, the modernization of the teaching methods of both the Greek and the Ottoman schools in Constantinople
Delmouzos P. Alexandros
Mpetsas I. (Under Publication) «Delmouzos P. Alexandros», στο: Nicolescu, V. (Ed.), Education in the Balkan Countries. A Biographical Dictionary, (Under Publication).
Alexandros Delmouzos was a prominent Greek educator and scholar. Delmouzos had been a devoted proponent of the “Educational Demoticism”, a movement connected with the renewal and revitalization of the Greek educational system that gradually enhanced the Greek intellectual and social life. His contribution to the Greek educational affairs is undeniable, as his educational activity and pedagogical work constitute a valuable compass, even today, about a century later, for those seeking for a school adapted to the real needs of individual and collective life in Greece
Alexandros Delmouzos was a prominent Greek educator and scholar. Delmouzos had been a devoted proponent of the “Educational Demoticism”, a movement connected with the renewal and revitalization of the Greek educational system that gradually enhanced the Greek intellectual and social life. His contribution to the Greek educational affairs is undeniable, as his educational activity and pedagogical work constitute a valuable compass, even today, about a century later, for those seeking for a school adapted to the real needs of individual and collective life in Greece
Η εκπαίδευση στη Μακεδονία (19ος αιώνας -1914)
Ανδρέου, Α., Ηλιάδου-Τάχου, Σ., Μπέτσας, Γ. (2011) «Η εκπαίδευση στη Μακεδονία (19ος αιώνας -1914)», στο: Μπουζάκης, Σ. (επιμ.) Πανόραμα Ιστορίας της Εκπαίδευσης. Τόμος Α’, Όψεις και απόψεις: Ιστοριογραφικά ρεύματα, μακρές περίοδοι, εκπαίδευση εκτός συνόρων, τοπική ιστορία, Αθήνα: Gutenberg, σσ. 543-560.
Η ελληνική εκπαίδευση στην περιοχή της Μακεδονίας κατά το 19ο αιώνα παρουσιάζει σημαντικό ενδιαφέρον, καθώς καλείται να εκφράσει μια δυναμικά εξελισσόμενη κοινωνική και πολιτισμική πραγματικότητα. Ιδιαίτερα στο δεύτερο μισό του αιώνα, οι προβολές στο σχολικό χώρο αναδεικνύουν παιδαγωγικές και οργανωτικές διαστάσεις που, κατά κανόνα, αποσκοπούν στην εναρμόνιση των λειτουργιών της εκπαίδευσης με τη συγχρονική πραγματικότητα. Παιδαγωγικά, οι διαστάσεις αυτές προσδιορίζονται από την εντυπωσιακή μεγέθυνση του σχολικού δικτύου, τη διάρθρωση του συστήματος, τη διδακτική μεθοδολογία, το περιεχόμενο σπουδών, την κατάρτιση των εκπαιδευτικών. Οργανωτικά, οι διαστάσεις που αναδεικνύονται αφορούν στη διαμόρφωση μιας νέας δυναμικής εξουσίας και ευθύνης στο σχολικό χώρο, καθώς, στην παραδοσιακή κοινοτική διοίκηση συντρέχουν νέοι φορείς και ομάδες για τη διαχείριση των εκπαιδευτικών πραγμάτων.
Η ελληνική εκπαίδευση στην περιοχή της Μακεδονίας κατά το 19ο αιώνα παρουσιάζει σημαντικό ενδιαφέρον, καθώς καλείται να εκφράσει μια δυναμικά εξελισσόμενη κοινωνική και πολιτισμική πραγματικότητα. Ιδιαίτερα στο δεύτερο μισό του αιώνα, οι προβολές στο σχολικό χώρο αναδεικνύουν παιδαγωγικές και οργανωτικές διαστάσεις που, κατά κανόνα, αποσκοπούν στην εναρμόνιση των λειτουργιών της εκπαίδευσης με τη συγχρονική πραγματικότητα. Παιδαγωγικά, οι διαστάσεις αυτές προσδιορίζονται από την εντυπωσιακή μεγέθυνση του σχολικού δικτύου, τη διάρθρωση του συστήματος, τη διδακτική μεθοδολογία, το περιεχόμενο σπουδών, την κατάρτιση των εκπαιδευτικών. Οργανωτικά, οι διαστάσεις που αναδεικνύονται αφορούν στη διαμόρφωση μιας νέας δυναμικής εξουσίας και ευθύνης στο σχολικό χώρο, καθώς, στην παραδοσιακή κοινοτική διοίκηση συντρέχουν νέοι φορείς και ομάδες για τη διαχείριση των εκπαιδευτικών πραγμάτων.
Το εκπαιδευτικό δίκτυο κατά την ύστερη περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας: Θέματα οργάνωσης και διοίκησης των ελληνικών σχολείων
Μπέτσας, Γ. (2010) «Το εκπαιδευτικό δίκτυο κατά την ύστερη περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας: Θέματα οργάνωσης και διοίκησης των ελληνικών σχολείων», στο: Τερζής, Ν. Η ιστορία της εκπαίδευσης του Νεοελληνισμού. Θεσσαλονίκη: Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη, σσ. 91-118.
Πρόθεση της μελέτης είναι να πραγματευτεί ζητήματα που αναφέρονται στην εκπαίδευση του νεοελληνισμού στις ελληνορθόδοξες κοινότητες της οθωμανικής αυτοκρατορίας κατά την περίοδο των οθωμανικών μεταρρυθμίσεων του Tanzimat έως και την επανάσταση των Νεότουρκων, το 1908. Συγκεκριμένα, παρουσιάζεται το θεσμικό πλαίσιο που προσδιορίζει τη λειτουργία και την ανάπτυξη της ελληνικής εκπαίδευσης στο οθωμανικό κράτος, τίθενται υπό διερεύνηση τα βασικά χαρακτηριστικά του σχολικού χώρου, όπως η διαμόρφωση των αντιλήψεων για το ρόλο και τη σημασία της εκπαίδευσης, η διάρθρωση του εκπαιδευτικού συστήματος, το περιεχόμενο των σπουδών, η κατάρτιση και επιλογή του εκπαιδευτικού προσωπικού και η χρηματοδότηση του σχολικού δικτύου. Παράλληλα, εξετάζονται οι φορείς που δραστηριοποιούνται στη διοίκηση και οργάνωση του σχολικού δικτύου των ελληνορθόδοξων κοινοτήτων. Η μελέτη ολοκληρώνεται με την εξαγωγή των κυριότερων συμπερασμάτων, που αφορούν στη θεσμική εξέλιξη, τη διοικητική και οργανωτική συγκρότηση της εκπαίδευσης, τις παιδαγωγικές επιλογές που χαρακτηρίζουν τις κοινότητες του ελληνορθόδοξου millet στην περίοδο αυτή. Η διάρθρωση του κειμένου παρακολουθεί τέσσερις διαδοχικές φάσεις της εξέλιξης των εκπαιδευτικών πραγμάτων στην περίοδο 1839-1908, η κάθε μία από τις οποίες εκφράζει αφενός τη δυναμικά εξελισσόμενη κοινωνική και πολιτισμική πραγματικότητα των ελληνορθόδοξων κοινοτήτων στην περιοχή και αφετέρου τις επιδιώξεις, τις αδράνειες και τα αντανακλαστικά των φορέων που εμπλέκονται στη διοίκηση και την οργάνωση του σχολικού χώρου . Η πρώτη (1839-1872) αναφέρεται στην επεξεργασία των νέων δεδομένων που επιφέρουν οι μεταρρυθμίσεις του Τανζιμάτ στην εκπαίδευση. Η δεύτερη περιλαμβάνει το διάστημα 1873-1884 και καταγράφει τις εκπαιδευτικές επιλογές των ελληνορθόδοξων κοινοτήτων υπό το πρίσμα, αφενός, της κατοχύρωσης της μικτής διοίκησης (κληρικά και λαϊκά μέλη) των σχολείων και, αφετέρου, της εκδήλωσης των βαλκανικών εθνικισμών. Η τρίτη φάση (1884-1897) αναδεικνύει τη ρητορεία και τις εκπαιδευτικές επιλογές που σηματοδοτούν ένα είδος συντηρητικής αναδίπλωσης, καθώς οι υπεύθυνοι φορείς της εκπαίδευσης έχουν να αντιπαλέψουν τις συνέπειες που εγείρονται από το λεγόμενο Προνομιακό Ζήτημα. Τέλος, στην τέταρτη φάση (1898-1908) διατυπώνονται τα αιτήματα για αλλαγές στην εκπαίδευση, σχεδιάζονται οι παρεμβάσεις, μέρος των οποίων μάλιστα υλοποιείται, σε μια περίοδο όπου κορυφώνονται οι εθνικές αντιπαραθέσεις και πολλοί παράγοντες συνεργούν στην υιοθέτηση μιας ελληνοκεντρικής οπτικής στην εκπαίδευση. Με την εγκαθίδρυση του νεοτουρκικού καθεστώτος τα κοινοτικά σχολεία των millet σταδιακά θα κηρυχθούν ιδιωτικά και θα υπαχθούν στην άμεση εποπτεία του οθωμανικού κράτους .
Πρόθεση της μελέτης είναι να πραγματευτεί ζητήματα που αναφέρονται στην εκπαίδευση του νεοελληνισμού στις ελληνορθόδοξες κοινότητες της οθωμανικής αυτοκρατορίας κατά την περίοδο των οθωμανικών μεταρρυθμίσεων του Tanzimat έως και την επανάσταση των Νεότουρκων, το 1908. Συγκεκριμένα, παρουσιάζεται το θεσμικό πλαίσιο που προσδιορίζει τη λειτουργία και την ανάπτυξη της ελληνικής εκπαίδευσης στο οθωμανικό κράτος, τίθενται υπό διερεύνηση τα βασικά χαρακτηριστικά του σχολικού χώρου, όπως η διαμόρφωση των αντιλήψεων για το ρόλο και τη σημασία της εκπαίδευσης, η διάρθρωση του εκπαιδευτικού συστήματος, το περιεχόμενο των σπουδών, η κατάρτιση και επιλογή του εκπαιδευτικού προσωπικού και η χρηματοδότηση του σχολικού δικτύου. Παράλληλα, εξετάζονται οι φορείς που δραστηριοποιούνται στη διοίκηση και οργάνωση του σχολικού δικτύου των ελληνορθόδοξων κοινοτήτων. Η μελέτη ολοκληρώνεται με την εξαγωγή των κυριότερων συμπερασμάτων, που αφορούν στη θεσμική εξέλιξη, τη διοικητική και οργανωτική συγκρότηση της εκπαίδευσης, τις παιδαγωγικές επιλογές που χαρακτηρίζουν τις κοινότητες του ελληνορθόδοξου millet στην περίοδο αυτή. Η διάρθρωση του κειμένου παρακολουθεί τέσσερις διαδοχικές φάσεις της εξέλιξης των εκπαιδευτικών πραγμάτων στην περίοδο 1839-1908, η κάθε μία από τις οποίες εκφράζει αφενός τη δυναμικά εξελισσόμενη κοινωνική και πολιτισμική πραγματικότητα των ελληνορθόδοξων κοινοτήτων στην περιοχή και αφετέρου τις επιδιώξεις, τις αδράνειες και τα αντανακλαστικά των φορέων που εμπλέκονται στη διοίκηση και την οργάνωση του σχολικού χώρου . Η πρώτη (1839-1872) αναφέρεται στην επεξεργασία των νέων δεδομένων που επιφέρουν οι μεταρρυθμίσεις του Τανζιμάτ στην εκπαίδευση. Η δεύτερη περιλαμβάνει το διάστημα 1873-1884 και καταγράφει τις εκπαιδευτικές επιλογές των ελληνορθόδοξων κοινοτήτων υπό το πρίσμα, αφενός, της κατοχύρωσης της μικτής διοίκησης (κληρικά και λαϊκά μέλη) των σχολείων και, αφετέρου, της εκδήλωσης των βαλκανικών εθνικισμών. Η τρίτη φάση (1884-1897) αναδεικνύει τη ρητορεία και τις εκπαιδευτικές επιλογές που σηματοδοτούν ένα είδος συντηρητικής αναδίπλωσης, καθώς οι υπεύθυνοι φορείς της εκπαίδευσης έχουν να αντιπαλέψουν τις συνέπειες που εγείρονται από το λεγόμενο Προνομιακό Ζήτημα. Τέλος, στην τέταρτη φάση (1898-1908) διατυπώνονται τα αιτήματα για αλλαγές στην εκπαίδευση, σχεδιάζονται οι παρεμβάσεις, μέρος των οποίων μάλιστα υλοποιείται, σε μια περίοδο όπου κορυφώνονται οι εθνικές αντιπαραθέσεις και πολλοί παράγοντες συνεργούν στην υιοθέτηση μιας ελληνοκεντρικής οπτικής στην εκπαίδευση. Με την εγκαθίδρυση του νεοτουρκικού καθεστώτος τα κοινοτικά σχολεία των millet σταδιακά θα κηρυχθούν ιδιωτικά και θα υπαχθούν στην άμεση εποπτεία του οθωμανικού κράτους .
Αποτύπωση της Εκπαιδευτικής Πραγματικότητας στο Νομό Φλώρινας
Μπέτσας, Γ. (2007) «Αποτύπωση της Εκπαιδευτικής Πραγματικότητας στο Νομό Φλώρινας», στο: Κολιόπουλος, Ι. – Μιχαηλίδης, Ι. (επιμ.) Φλώρινα: Πύλη των Βαλκανίων, Θεσσαλονίκη: Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, σσ. 251-338.
Παρουσιάζεται η σύγχρονη εκπαιδευτική πραγματικότητα στο Νομό Φλώρινας και επιχειρείται η αξιολόγησή της σε σχέση με τις αντίστοιχες επιδόσεις στη Δυτική Μακεδονία και το σύνολο της χώρας. Αρχικά παρουσιάζονται δεδομένα που αναφέρονται στο μορφωτικό επίπεδο των κατοίκων του Νομού Φλώρινας στις στατιστικές απογραφές του πληθυσμού (1991 και 2001). Ακολουθούν οι δομές της τυπικής εκπαίδευσης (πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια) και, ειδικότερα, η Προσχολική Αγωγή, η Δημοτική Εκπαίδευση, τα Γυμνάσια, τα Γενικά (Ενιαία) Λύκεια, η Επαγγελματική Εκπαίδευση (ΕΠΑΛ-ΤΕΕ). Αξιολογούνται οι επιδόσεις των σχολείων του νομού ως προς τη μαθητική διαρροή και τις λυκειακές εξετάσεις. Μελετώνται οι δομές της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης (ΑΕΙ και ΤΕΙ) και οι δομές και τα προγράμματα της Εκπαίδευσης Ενηλίκων. Τέλος, επιχειρείται η σύνοψη και η συζήτηση των ευρημάτων με βάση τα επιτεύγματα και τις προκλήσεις της εκπαίδευσης στο επίπεδο της διοικητικής ενότητας του Νομού Φλώρινας.
Παρουσιάζεται η σύγχρονη εκπαιδευτική πραγματικότητα στο Νομό Φλώρινας και επιχειρείται η αξιολόγησή της σε σχέση με τις αντίστοιχες επιδόσεις στη Δυτική Μακεδονία και το σύνολο της χώρας. Αρχικά παρουσιάζονται δεδομένα που αναφέρονται στο μορφωτικό επίπεδο των κατοίκων του Νομού Φλώρινας στις στατιστικές απογραφές του πληθυσμού (1991 και 2001). Ακολουθούν οι δομές της τυπικής εκπαίδευσης (πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια) και, ειδικότερα, η Προσχολική Αγωγή, η Δημοτική Εκπαίδευση, τα Γυμνάσια, τα Γενικά (Ενιαία) Λύκεια, η Επαγγελματική Εκπαίδευση (ΕΠΑΛ-ΤΕΕ). Αξιολογούνται οι επιδόσεις των σχολείων του νομού ως προς τη μαθητική διαρροή και τις λυκειακές εξετάσεις. Μελετώνται οι δομές της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης (ΑΕΙ και ΤΕΙ) και οι δομές και τα προγράμματα της Εκπαίδευσης Ενηλίκων. Τέλος, επιχειρείται η σύνοψη και η συζήτηση των ευρημάτων με βάση τα επιτεύγματα και τις προκλήσεις της εκπαίδευσης στο επίπεδο της διοικητικής ενότητας του Νομού Φλώρινας.
Πρόοδος και συντήρηση στην εκπαιδευτική διαχρονία: ερμηνεύοντας την ελληνική εκπαίδευση στον άξονα νεωτερικότητας και παραδοσιασμού
Μπέτσας, Γ. (2006) «Πρόοδος και συντήρηση στην εκπαιδευτική διαχρονία: ερμηνεύοντας την ελληνική εκπαίδευση στον άξονα νεωτερικότητας και παραδοσιασμού», στο: Χαραλάμπους, Δ. (επιμ.) Διαχρονικές και Συγχρονικές Προσεγγίσεις της Εκπαίδευσης: αντιχάρισμα στον καθηγητή Νίκο Π. Τερζή, Θεσσαλονίκη: Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη, σσ. 197-214.
Στο πλαίσιο της μελέτης αυτής επιχειρείται να ενισχυθεί η προσπάθεια αποδέσμευσης της ελληνικής εκπαιδευτικής ιστοριογραφίας από το “μείζον ερμηνευτικό παράδειγμα”, που κατανοεί την εξέλιξη της ελληνικής εκπαίδευσης, την πρόοδο και τη συντήρηση, στον άξονα νεωτερικότητας και παραδοσιασμού, όπως αυτός προσδιορίστηκε στην περίοδο του νεοελληνικού Διαφωτισμού. Με την παράθεση πραγματολογικών δεδομένων της εκπαιδευτικής ιστορίας που αρθρώθηκε γύρω από την εκκλησιαστική διοίκηση του Οικουμενικού Πατριαρχείου αναδεικνύεται η υιοθέτηση σημαντικών εκπαιδευτικών νεωτερισμών από φορείς παραδοσιασμού. Με βάση τα δεδομένα αυτά η εκπαιδευτική παράμετρος φαίνεται να εναρμονίζεται με τη διαδεδομένη αντίληψη για κοινωνική και πολιτισμική ανάπτυξη του ελληνισμού της οθωμανικής επικράτειας στο 19ο αιώνα. Επομένως, αναδεικνύεται ότι στο μεταίχμιο 19ου και 20ου αιώνα η προσήλωση της εκκλησιαστικής διοίκησης στη μεταβυζαντινή παράδοση της παιδείας και η δεδομένη αποστολή του σχολείου να ενισχύσει το θρησκευτικό αίσθημα των μαθητών, δεν απέτρεψε, κατά κανόνα, την υιοθέτηση και προώθηση νεωτερικών παιδαγωγικών αιτημάτων και πρακτικών.
Στο πλαίσιο της μελέτης αυτής επιχειρείται να ενισχυθεί η προσπάθεια αποδέσμευσης της ελληνικής εκπαιδευτικής ιστοριογραφίας από το “μείζον ερμηνευτικό παράδειγμα”, που κατανοεί την εξέλιξη της ελληνικής εκπαίδευσης, την πρόοδο και τη συντήρηση, στον άξονα νεωτερικότητας και παραδοσιασμού, όπως αυτός προσδιορίστηκε στην περίοδο του νεοελληνικού Διαφωτισμού. Με την παράθεση πραγματολογικών δεδομένων της εκπαιδευτικής ιστορίας που αρθρώθηκε γύρω από την εκκλησιαστική διοίκηση του Οικουμενικού Πατριαρχείου αναδεικνύεται η υιοθέτηση σημαντικών εκπαιδευτικών νεωτερισμών από φορείς παραδοσιασμού. Με βάση τα δεδομένα αυτά η εκπαιδευτική παράμετρος φαίνεται να εναρμονίζεται με τη διαδεδομένη αντίληψη για κοινωνική και πολιτισμική ανάπτυξη του ελληνισμού της οθωμανικής επικράτειας στο 19ο αιώνα. Επομένως, αναδεικνύεται ότι στο μεταίχμιο 19ου και 20ου αιώνα η προσήλωση της εκκλησιαστικής διοίκησης στη μεταβυζαντινή παράδοση της παιδείας και η δεδομένη αποστολή του σχολείου να ενισχύσει το θρησκευτικό αίσθημα των μαθητών, δεν απέτρεψε, κατά κανόνα, την υιοθέτηση και προώθηση νεωτερικών παιδαγωγικών αιτημάτων και πρακτικών.
Οικουμενικότητα και Εθνοκεντρισμός: εκδοχές της ελληνικής παιδείας στο φθίνοντα 19ο αιώνα
Μπέτσας, Γ. (2006) «Οικουμενικότητα και Εθνοκεντρισμός: εκδοχές της ελληνικής παιδείας στο φθίνοντα 19ο αιώνα» στο: Τζήκας Χρ. (επιμ.) Ζητήματα Ιστορίας και Ιστοριογραφίας της Νεοελληνικής Εκπαίδευσης, Πρακτικά επιστημονικής διημερίδας, Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο, σσ. 123-142.
Οι διαδοχικές εκδοχές της ελληνικής παιδείας στο φθίνοντα 19ο αιώνα εξετάζονται στο κείμενο αυτό, ενώ επιχειρείται να ενταχθούν οι εκπαιδευτικές επιλογές στο ευρύτερό τους πλαίσιο. Φορείς διοίκησης και οργάνωσης της ελληνικής εκπαίδευσης στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία, το ελληνικό κράτος και το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης άλλοτε αλληλεπιδρούν και άλλοτε αντιπαρατίθενται στο πεδίο διαμόρφωσης της εκπαιδευτικής πραγματικότητας, του περιεχομένου μάθησης και των κοινωνικοποιητικών προθέσεων.
Εκπροσωπώντας διαδοχικά δύο τυπολογικά διαφορετικές εκδοχές εθνικισμού το ελληνικό κράτος προτείνει για την ελληνική εκπαίδευση εκτός των ορίων του και δύο διαφορετικές προοπτικές. Όταν, όχι τόσο στο επίπεδο της κοινωνικοποιητικής όσο της γνωστικής λειτουργίας που επιτελεί το σχολείο, οι προτάσεις του συναρμόζουν στην οικουμενική θεώρηση της παιδείας, που προσδιορίζει το Πατριαρχείο, καταγράφεται η συνεργασία των δύο κέντρων. Αντίθετα, από τη στιγμή που οι πραγματιστικές απόψεις ωθούν το ελληνικό κράτος να προσεγγίσει το σχολικό μηχανισμό ως “ιδεολογικό μετασχηματιστή της εθνικής συνείδησης”, σημειώνεται σαφής διάσταση μεταξύ Αθηνών και Κωνσταντινούπολης. Στο φθίνοντα 19ο αιώνα το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως δεν ακολουθεί ένα μοντέλο εθνοκεντρικής εκπαίδευσης, αντιλαμβανόμενο την οικουμενική του διάσταση ως προϋπόθεση ύπαρξης
Οι διαδοχικές εκδοχές της ελληνικής παιδείας στο φθίνοντα 19ο αιώνα εξετάζονται στο κείμενο αυτό, ενώ επιχειρείται να ενταχθούν οι εκπαιδευτικές επιλογές στο ευρύτερό τους πλαίσιο. Φορείς διοίκησης και οργάνωσης της ελληνικής εκπαίδευσης στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία, το ελληνικό κράτος και το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης άλλοτε αλληλεπιδρούν και άλλοτε αντιπαρατίθενται στο πεδίο διαμόρφωσης της εκπαιδευτικής πραγματικότητας, του περιεχομένου μάθησης και των κοινωνικοποιητικών προθέσεων.
Εκπροσωπώντας διαδοχικά δύο τυπολογικά διαφορετικές εκδοχές εθνικισμού το ελληνικό κράτος προτείνει για την ελληνική εκπαίδευση εκτός των ορίων του και δύο διαφορετικές προοπτικές. Όταν, όχι τόσο στο επίπεδο της κοινωνικοποιητικής όσο της γνωστικής λειτουργίας που επιτελεί το σχολείο, οι προτάσεις του συναρμόζουν στην οικουμενική θεώρηση της παιδείας, που προσδιορίζει το Πατριαρχείο, καταγράφεται η συνεργασία των δύο κέντρων. Αντίθετα, από τη στιγμή που οι πραγματιστικές απόψεις ωθούν το ελληνικό κράτος να προσεγγίσει το σχολικό μηχανισμό ως “ιδεολογικό μετασχηματιστή της εθνικής συνείδησης”, σημειώνεται σαφής διάσταση μεταξύ Αθηνών και Κωνσταντινούπολης. Στο φθίνοντα 19ο αιώνα το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως δεν ακολουθεί ένα μοντέλο εθνοκεντρικής εκπαίδευσης, αντιλαμβανόμενο την οικουμενική του διάσταση ως προϋπόθεση ύπαρξης